Θεωρίες Προσωπικότητας και Προσεγγίσεις

Περίληψη
Η παρατήρηση και μελέτη της ανθρώπινης συμπεριφοράς, καθώς και των στοιχείων που διαφοροποιούν ή και ομαδοποιούν τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων είναι μια συνεχής και αδιάλειπτη διαδικασία που συνεχώς εξελίσσεται, όπως αντίστοιχα ο άνθρωπος, οι κοινωνίες και κατ’ επέκταση οι δυναμικές που δημιουργούνται την εκάστοτε περίοδο. Ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός εξ ορισμού, ωστόσο η προσπάθεια για κατηγοριοποίηση των στοιχείων του γίνεται για την καλύτερη κατανόηση, βάσει χαρακτηριστικών, που υπερέχουν στον κάθε έναν από εμας. Γίνεται λοιπόν προσπάθεια ταξινόμησης της εκάστοτε προσωπικότητας από όλες τις θεωρητικές προσεγγίσεις της επιστήμης της Ψυχολογίας. Ο τρόπος που η κάθε επιστημονική θεωρία προσεγγίζει τον άνθρωπο, την περοσωπικότητά του, όπως και τις διαφορές του αντίστοιχα, διαφέρει ανάλογα με το που επικεντρώνεται. Κάποιες θεωρίες όπως η Ψυχαναλυτική επίκεντρώνονται στις εσωτερικές κινητήριες δυνάμεις ενώ κάποιες άλλες όπως ο Συμπεριφορισμός, στην επίδραση του περιβάλλοντος στον άνθρωπο.

Εισαγωγή
Βασικοί παράγοντες κατηγοριοποίησης του ανθρώπου τα τελευταία χρόνια παραμένουν η προσωπικότητα, η νοημοσύνη, η συμπεριφορά και οι ατομικές διαφορές. Έτσι αναπτύχθηκαν ποικίλες θεωρίες προσωπικότητας που στηρίζονται σε διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης φύσης (Pervin & John, 2001). Η Ψυχολογία της Προσωπικότητας επιχειρεί να περιγράψει και να εξηγήσει τις διαφορές μεταξύ των ατόμων ενώ παράλληλα εντοπίζει και αποτυπώνει τις ομοιότητες (Cervone & Pervin, 2015). Ο Allport είναι ο πρώτος που «επίσημα» εδραιώνει τη μελέτη της προσωπικότητας ως ένα διακριτό πεδίο στην Ψυχολογία. Συνέλεξε τις σημαντικότερες έρευνες για την προσωπικότητα μέχρι τότε και δημιούργησε το πλαίσιο στο οποίο η μελέτη της προσωπικότητας θα δίναται να προχωρήσει προς την κατανόηση αυτής της «ατελείωτα πλούσιου σε περιεχόμενο θέματος» (Allport, 1937). Ορίζει την προσωπικότητα ως «τη δυναμική οργάνωση μέσα στο άτομο αυτών των ψυχοσωματικών συστημάτων που καθορίζουν τις μοναδικές προσαρμογές του στο περιβάλλον του» (Allport, 1937).


Oι Schultz & Schultz (2013) αναφέρονται στον ορισμό της προσωπικότητας στον οποίο κατέληξε ο Allport το 1961, αφού μελέτησε πενήντα διαφορετικούς που ήταν διαθέσιμοι τότε: «Προσωπικότητα είναι η δυναμική οργάνωση ενός βιοψυχικού συστήματος που λειτουργεί εντός του ατόμου και επιδρά αποφασιστικά σε σχέση με την επίδειξη συγκεκριμένης συμπεριφοράς και σκέψης». Ο όρος αναφέρεται στα χαρακτηριστικά του ατόμου που εξηγούν τους σταθερούς τύπους συναισθήματος, σκέψης και συμπεριφοράς του (Johnson, 1997 ; Pervin & John, 2001). Συνεπώς η προσωπικότητα χαρακτηρίζεται ως πολυσύνθετη έννοια που περιγράφει τα σταθερά στοιχεία συμπεριφοράς που αναπτύσσει ο κάθε άνθρωπος, συνειδητά και ασυνείδητα, υιοθετώντας τον δικό του προσωπικό τρόπο αντίληψης, επεξεργασίας και λειτουργίας στην ζωή του.


Σύμφωνα με τον Wechsler (1944, σελ. 3) η νοημοσύνη «είναι μια γενική και σύνθετη ικανότητα του ατόμου να ενεργεί με βάση τους σκοπούς που θέτει, να σκέφτεται λογικά και να ανταποκρίνεται στις εκάστοτε απαιτήσεις του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντος που το περιστοιχίζει». Την χαρακτηρίζουν η διανόηση, η μάθηση, η συγκέντρωση, η προσαρμογή σε καινούριες συνθήκες, η σύνθεση ήδη γνωστών στοιχείων και η ικανότητα αφηρημένης σκέψης που οδηγεί σε αποκρυπτογράφηση στοιχείων (Neisser et al., 1996). Είναι, λοιπόν, σύνθετη πνευματική λειτουργία με την οποία το άτομο προσλαμβάνει, κατανοεί και αντιδρά με λογικό τρόπο στα διάφορα αισθητηριακά, γλωσσικά και κινητικά ερεθίσματα και προβλήματα. Κατά την APA (2007), η συμπεριφορά είναι «οι δραστηριότητες ενός οργανισμού ως αντίδραση σε εσωτερικά ή εξωτερικά ερεθίσματα, συμπεριλαμβανομένων αντικειμενικά παρατηρήσιμων δραστηριοτήτων». Ουσιαστικά είναι ο τρόπος που δρα και αντιδρά ένα άτομο μέσω της αλληλεπίδρασης με το περιβάλλον του. Μπορεί να είναι συνειδητή ή ασυνείδητη, εκούσια ή ακούσια, και είναι άμεσα συνδεδεμένη με τον τύπο προσωπικότητας του ατόμου. Η συμπεριφορά ενός ανθρώπου εξετάζεται μέσα σε συγκεκριμένο πλαίσιο στο οποίο παρουσιάζεται. Τις περισσότερες φορές τείνει προς κάποιον επιθυμητό στόχο, πχ απομάκρυνση από ένα ανεπιθύμητο ερέθισμα. Οι παραλλαγές που παρατηρούνται μεταξύ ατόμων του ίδιου είδους λέγονται ατομικές διαφορές. Ο όρος έχει διττή έννοια: Διαφορές μεταξύ των ατόμων και διαφορές μεταξύ των χαρακτηριστικών στο ίδιο άτομο. Η συστηματική παρατήρηση δείχνει ότι τα άτομα κατανέμονται, ως προς κάθε χαρακτηριστικό, κατά μήκος μιας συνεχούς κλίμακας και οι διαφορές τους είναι διαφορές βαθμού. Όλοι λοιπόν έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά αλλά σε άλλη «ποσότητα». Οι ατομικές διαφορές δεν είναι διαφορές είδους αλλά ποσοτικές.

Κύριο Μέρος
Η μελέτη της προσωπικότητας και των ατομικών διαφορών συνέβαλε στη δημιουργία διαφόρων προσεγγίσεων, η καθεμία εκ των οποίων παρέχει ένα διαφοροποιημένο θεωρητικό πλαίσιο για την κατανόησή της. Βασικότερες αιτίες της διαφοροποίησης τους, είναι το ιστορικό, κοινωνικό, πολιτισμικό και επιστημονικό πλαίσιο υπό το οποίο αναπτύχθηκαν οι προσεγγίσεις αυτές. Κάθε θεωρητική προσέγγιση έχει διαμορφώσει μια θεωρία για την ερμηνεία της ανθρώπινης φύσης, της προσωπικότητας, της ψυχοπαθολογίας και της ψυχοθεραπείας.

Ψυχαναλυτική Προσέγγιση
Στην Ψυχαναλυτική προσέγγιση κυρίαρχο ρόλο στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου παίζουν οι ασυνείδητες συγκρούσεις. Ο Freud διατύπωσε τη θεωρία του ότι ο άνθρωπος παρακινείται και λειτουργεί με βάση τις εσωτερικές κινητήριες δυνάμεις του ασυνείδητου. Η προσωπικότητα αφορά ένα σύνολο ψυχικών φαινομένων, και αποτελείται από στοιχεία παγιωμένα και ανθεκτικά στο χρόνο. Πρόκειται για παρατηρήσιμα κλινικά δεδομένα, χαρακτηριστικές συμπεριφορές, στάσεις, δράσεις, αντιδράσεις που επαναλαμβάνονται με σταθερό τρόπο σε συγκεκριμένες συνθήκες (Μανωλόπουλος, 2012).
Ο χαρακτήρας παίζει προσαρμοστικό ρόλο στην ψυχική ζωή ενός ατόμου, με τον εαυτό του και τους άλλους. Τα στοιχεία του χαρακτήρα συνιστούν τους προσαρμοστικούς σχηματισμούς επανάληψης, που συνθέτουν το Εγώ. Αν και οι συμπεριφορές μπορεί να είναι ίδιες (πχ. Προκλητικότητα στην εξουσία), η υποκείμενη φαντασίωση/άμυνα μπορεί να διαφέρει ανάλογα με την ιστορία των ταυτίσεων κάθε υποκειμένου (Μανωλόπουλος, 2012). Για τους Αναλυτές λοιπόν, τα στοιχεία της προσωπικότητας μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα τα σημεία αντίστασης κατά την ψυχαναλυτική διαδικασία προς την αλλαγή.Κατά τον Freud (1923/1961) η δομή της προσωπικότητας αναπτύσσεται σταδιακά, ενώ κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωση της προσωπικότητας παίζουν οι γονείς, τουλάχιστον τα πέντε πρώτα χρόνια ζωής. Οι γονείς μπορεί να αποτελούν αντικείμενα ταυτίσεων ή/και πηγές απαγορεύσεων (Schultz & Schultz, 2013). Πολύ σημαντικό ρόλο παίζουν οι καθηλώσεις και οι παλινδρομήσεις. Τέλος, η κεντρική διάσταση είναι πώς τα στοιχεία του πολιτισμού έρχονται σε αλληλεπίδραση με τις ενορμήσεις (ερωτικές ή/και επιθετικές) προκειμένου να τις μεταβολίσουν. Το Υπερεγώ εμπεριέχει όλες τις αρχές και τους κανόνες που απορρέουν από την κοινωνική ζωή, τις λαϊκές, εθνικές, φυλετικές παραδόσεις, τις αξίες και τα ιδεώδη (Freud, 1961). Ο πολιτισμός εκφράζεται σε επίπεδο αγωγής, τέχνης, θρησκείας και ηθικής και σε όλες του τις εκφάνσεις συνδέεται με τη δυνατότητα για μετουσίωση.


Συμπεριφορισμός
Η προσέγγιση της προσωπικότητας και του ανθρώπου συναλικά, διαφέρει πολύ για τους Συμπεριφοριστές σε σχέση με τους Ψυχαναλυτικούς ή τους Ανθρωποκεντρικούς. Η ανάγκη της εποχής τους για «επιστημονική Ψυχολογία» άλλωστε, τους ώθησε στο να επικεντρωθούν στη συμπεριφορά, ως εύκολα παρακολουθήσιμο και μετρήσιμο αποτέλεσμα, ενώ έδωσαν πολύ χαμηλότερη βαρύτητα στα εσωτερικά στοιχεία του ανθρώπου. Κάποιοι τα αρνούνταν παντελώς, ενώ αλλοι τα αναγνώριζαν, ωστόσο χωρίς να δίνουν την αντίστοιχη βαρύτητα με τους Ψυχαναλυτικούς, των οποίων αποτελούσαν τη βάση της θεώρησής τους. Στο Συμπεριφορισμό θεωρείται πως τόσο η φυσιολογική όσο και η παθολογική συμπεριφορά του ατόμου αποτελούν προϊόν μάθησης.
Κατά τον Skinner (1938) η συμπεριφορά «μαθαίνεται», ενώ καθορίζεται από το περιβάλλον και όχι από εσωτερικές ενδοψυχικές δυνάμεις. Η θεμελιώδης ιδέα του είναι ότι η συμπεριφορά μπορεί να ελεγχθεί από τις συνέπειές της, δηλαδή από αυτό που ακολουθεί. Παράλληλα για τον ίδιο η προσωπικότητα «είναι ένα μοτίβο συμπεριφορών». Ο Skinner εξίσωνε την προσωπικότητα ενός ατόμου με την συμπεριφορά του (Schultz & Schultz, 2013). Οι έννοιες της θεωρίας της προσωπικότητας είναι «ταμπέλες» στις αντιδράσεις μας, οι οποίες διαφέρουν από τις αιτίες (Schultz & Schultz, 2013). Πίστευε πως η συμπεριφορά εξηγείται αν αναλυθεί το περιβάλλον του ατόμου. Συνεπώς η διαμόρφωση και εξέλιξη της προσωπικότητας εξαρτάται από τις ενισχύσεις και τις τιμωρίες, παρεμφερώς με την αντίστοιχη «εκπαίδευση» των ζώων, αν και για τον άνθρωπο παραδέχθηκε πως οι δυναμικές είναι πιο πολύπλοκες και σύνθετες. Τέλος επικεντρώθηκε στην Θετική και Αρνητική ενίσχυση και δόμησε τη θεωρία του γύρω από αυτές, ως παράγοντες που διαμορφώνουν τη συμπεριφορά και άρα, για τον ίδιο πάντα, την προσωπικότητα του ατόμου.


Ανθρωποκεντρική (Προσωποκεντρική)
Οι ανθρωπιστές αντιτάχθηκαν στην Ψυχανάλυση και στον συμπεριφορισμό, τις επικρατούσες προσεγγίσεις τότε, θεωρώντας τις βαθειά συντηρητικές, περιορισμένες και υποτιμητικές για την ανθρώπινη υπόσταση. Οι ανθρωπιστές ψυχολόγοι επέκριναν τον Freud και τους μεταγενέστερούς του, επειδή μελέτησαν μόνο τη συναισθηματικά διαταραγμένη πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Αναρωτήθηκαν πώς θα μπορούσαμε ποτέ να μάθουμε για τα θετικά ανθρώπινα χαρακτηριστικά και ιδιότητες εάν περιορίζαμε την εστίασή μας μονάχα σε νευρώσεις και ψυχώσεις.
Έτσι στην Ανθρωπιστική προσέγγιση δίνεται πρωταρχική σημασία στην ελευθερία της βούλησης του ατόμου και την τάση αυτοπραγμάτωσής του, μιας και αυτό ήταν η βάση της θεωρίας του Rogers (Rogers, 1959). Στη θεωρία του Rogers δεν συναντάμε ενδοψυχική δομή, όπως στην ψυχαναλυτική θεωρία. Ο εαυτός περιλαμβάνει όλα τα χαρακτηριστικά του ατόμου, τον τρόπο που χτίζει διαπροσωπικές σχέσεις, τις αξίες που είναι σημαντικές για εκείνον (Schultz & Schultz, 2013). Η Πρωσοποκεντρική θεωρία βασίζεται στην πεποίθηση ότι «οι άνθρωποι έχουν μέσα τους τεράστιες πηγές δύναμης για την κατανόηση του εαυτού», για την ανάπτυξη της αυτοεικόνας τους και της κατεύθυνσης του εαυτού τους, αλλά «αυτές οι πηγές μπορούν να ανοίξουν μόνο εάν μπορεί να εμφανιστεί ένα προσδιοριστικό κλίμα διευκολυντικών ψυχολογικών στάσεων» (Rogers, 1980, σελ. 49). Παράλληλα, Οι άνθρωποι έχουν ελευθερία επιλογής, προσωπική ευθύνη, ανάγκη για αυτοεκπλήρωση και καλοσύνη.
Το άτομο βιώνει εμπειρίες οι οποίες διαμορφώνουν τον εαυτό του. Ο κόσμος είναι ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο σύστημα που επηρεάζει έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο εαυτό. Ο δρόμος προς την αυτοπραγμάτωση οδηγεί τον οργανισμό, -όπως όλους τους έμβιους οργανισμούς που έχουν την τάση να αναπτύσσονται και να εξελίσσονται- προς την πραγματοποίηση των θετικών του δυνατοτήτων, προς μεγαλύτερη αυτονομία και ανεξαρτησία από το περιβάλλον (Rogers, 1959). Η έννοια του χρόνου γίνεται σημαντική στη θεωρία του Rogers, διότι ο εαυτός χρειάζεται να μένει εστιασμένος στο παρόν και ανοιχτός στην εμπειρία για να ζει μια ζωή δημιουργική και γεμάτη. Η ανάπτυξη της προσωπικότητας στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ανάγκη του ατόμου για θετική εκτίμηση των άλλων, δηλαδή στην ανάγκη να ανταποκρίνεται στις κοινωνικές προσδοκίες και να είναι αρεστός (Rogers, 1951). Σε αυτή τη διαδρομή, οι άλλοι έχουν ρόλο διότι επηρεάζουν την αυτοεικόνα, τον τρόπο που αντιλαμβάνεται το άτομο τον εαυτό του.
Η συνεχής κριτική μπορεί να διαμορφώσει μια ”καλή ή κακή” εικόνα για τον εαυτό. Ωστόσο, για τον Rogers επίκεντρο όλων των εμπειριών είναι το ίδιο το άτομο και ο τρόπος με τον οποίο επεξεργάζεται τις εμπειρίες του. Τελικά, η ανάπτυξη θετικής εκτίμησης για τον εαυτό τον κάνει να χτίσει εμπιστοσύνη και να παραμένει ανοιχτός στις εμπειρίες. Η προσωπικότητα διαμορφώνεται από τις ελεύθερες και συνειδητές επιλογές και όχι από ασυνείδητες δυνάμεις. O πραγματικός εαυτός βασίζεται στις αντιλήψεις για τον εαυτό μας, ενώ ο «Ιδανικός εαυτός» βασίζεται στις ελπίδες, φιλοδοξίες και τους στόχους που έχουμε. Όταν υπάρχει ασυμφωνία το άτομο αναπτπύσσει ψυχολογικά προβλήματα.


Ψυχομετρικά
Για την εξασφάλιση ακρίβειας, αλλά και τη βοήθεια των επιστημόνων μέσα στη συμπλοκότητα των παραγόντων που διαμορφώνουν την προσωπικότητα, η επιστήμη της ψυχολογίας δημιούργησε τεστ. Με αυτή τη μεθοδολογία, έχουμε πρόσβαση στη μελέτη και εκτίμηση της προσωπικότητας. Οι σύγχρονες μέθοδοι εκτίμησης προσωπικότητας είναι τα Ερωτηματολόγια Αυτοαναφοράς (MMPI-R 2), οι Προβολικές Διαδικασίες (ΤΑΤ, Roscharch), οι Κλινικές Συνεντεύξεις, τα πρωτόκολλα καταγραφής και αξιολόγησης συμπεριφοράς, οι δειγματοληπτικές διαδικασίες καταγραφής εμπειριών και σκέψεων (ημερολόγια CBT) και άλλα. Χρειάζεται να αξιοποιούνται πολλαπλές μέθοδοι συλλογής πληροφοριών για την εκτίμηση της προσωπικότητας, ώστε να υπάρχει διαθέσιμο ένα εύρος πληροφοριών από παραπάνω από μία πηγές. Παράλληλα, θεωρείται πως η αξιολόγηση του θεραπευόμενου αποτελεί έναν καλύτερο προγνωστικό παράγοντα για την έκβαση της ψυχοθεραπείας (Castonguay et al., 2006). Ωστόσο, τα ψυχομετρικά τεστ αποτελούν σημαντικά εργαλεία, αλλά σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστούν τον Ανθρώπινο παράγοντα και τη διαφορετικότητα.

Συμπεράσματα
Οι πρωτοπόροι θεμελιωτές των εκάστοτε θεωριών, δόμησαν τις θεωρίες τους και το που επικεντρώθηκαν έκαστος, στις δικές τους πρώιμες και παιδικές εμπειρίες. Άλλοι στράφηκαν προς το εσωτερικό τους για την αναζήτηση των απαντήσεων, όπως ο Freud, ενώ άλλοι προς τις κοινωνικές σχέσεις, την επιρροή του περιβάλλοντος και των συνομηλίκων. Ωστόσο κοινή παραδοχή παραμένει η ποιότητα της σχέσης του κάθε ατόμου με τους «σημαντικούς άλλους» , συνήθως, τους γονείς. Σε κάθε περίπτωση, επηρεάζουν τον άνθρωπο στην παιδική του ηλικία και συνεπώς στη διαμόρφωσή του. Αυτό ενισχύεται και από τις μελέτες που έγιναν για της διαφοροποιήσεις στη συμπεριφορά ακόμα ανάμεσα και σε αδέρφια (Adler, 1930), που μοιράζονται κοινά γονίδια, κοινές προσλαμβάνουσες από την οικογένεια και παρ’ όλα αυτά εμφανίζουν διαφορετικές προσωπικότητες και χαρατηριστικά, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούσαν την αντίστοιχη περίοδο στην οικογένεια και όχι μόνο.


Οι χαρακτηριστικές διαφορές στις προσεγγίσεις γίνονται εμφανέστερες στη σύγκριση των δύο βασικών θεωριών του 20ού αιώνα, Ανάλυσης και Συμπεριφορισμού. Όπως σημειώνουν οι Pervin & John (2001), κατά τον Freud, το άτομο εξουσιάζεται απ΄τις εσωτερικές δυνάμεις που εδρεύουν κυρίως στο ασυνείδητο, ενώ κατά τον Skinner, πρωταρχική σημασία έχουν οι περιβαλλοντικές δυνάμεις και η μάθηση, μιας και «το άτομο δεν ενεργεί πάνω στον κόσμο, ο κόσμος ενεργεί πάνω στο άτομο» (Skinner 1971, σ. 211). Επίσης στις Ψυχαναλυτικές θεωρίες, η εσωτερική δυναμική του μυαλού ευθύνεται για τους διαφορετικούς τύπους συμπεριφοράς, ενώ για τον Skinner, το άτομο είναι παθητικό θύμα των γεγονότων του περιβάλλοντος (Pervin & John, 2001). Στην πορεία, αντιδρώντας στο κατεστημένο των δυο βασικών θεωριών, ο Rogers πίστευε πως οι άνθρωποι έχουν ελευθερία επιλογής, προσωπική ευθύνη, ανάγκη για αυτοεκπλήρωση και καλοσύνη, ενώ κινητήριο δύναμη θεωρούσε την εγγενή τάση αυτό-πραγμάτωσης του ανθρώπου και όχι την προσκόληση σε πρώιμες εμπειρίες που κυρίως το περιορίζουν (Rogers, 1980), ούτε την «εξάρτηση» του ατόμου από το περιβάλλον του.

Κλείνοντας, το δομικό ερώτημα του καθορισμού της ανθρώπινης συμπεριφοράς, φαίνεται να αφορά τη δυναμική σχέση των εσωτερικών και εξωτερικών συντελεστών και την αντίστοιχη ισορροπία στη σπουδαιότητά τους. Το άτομο «κουβαλάει» στίγματα των πρώιμων εμπειριών, παράλληλα σαφώς επηρεάζεται από περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς παράγοντες, αλλά τελικά επίσης έχει μια εγγενή τάση αυτοπραγμάτωσης, μια κινητήριο δύναμη στη διαμόρφωση της ζωής και της προσωπικότητας του, μέσω των στόχων που θέτει για το ίδιο και του τρόπου ζωής που ακολουθεί από επιλογή και η οποία, ενισχύεται από σχέσεις ειλικρίνειας, σεβασμού και φροντίδας που συνάπτει στη ζωή του. Συνεπώς, σημαντικότατη είναι η σύνδεση και σύνθεση των στοιχείων που αποτελούν κοινές παραδοχές για τις περισσότερες προσεγγίσεις.

error: Content is protected !!